- φιλομαντευτής
- ὁ, Ααυτός που τού αρέσει να παρατηρεί τους οιωνούς, να κάνει μαντείες.[ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο)-* + μαντευτής (< μαντεύω)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
φιλομαντευτής — one who takes note of divinations masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φιλομαντευτάς — φιλομαντευτά̱ς , φιλομαντευτής one who takes note of divinations masc acc pl φιλομαντευτά̱ς , φιλομαντευτής one who takes note of divinations masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φιλόμαντις — άντεως, ὁ, ἡ, Α φιλομαντευτής*. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + μάντις «προφήτης, μάντης» (πρβλ. ψευδό μαντις)] … Dictionary of Greek